αγριοβότανο

αγριοβότανο
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 170 μ., 312 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ιστιαίας του νομού Ευβοίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αρτεμισίου.
* * *
και αγριοβοτάνι, το
κάθε είδος άγριου βότανου, ιδιαίτερα δε αυτό που χρησιμοποιείται για φαρμακευτικούς σκοπούς.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αγριοβότανο — το άγριο βότανο, κυρίως φαρμακευτικό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”